Ανιχνεύοντας στοιχεία του ελληνικού τοπίου

ΑΡΘΡΟ

Μια πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση με θέμα το ελληνικό τοπίο πραγματοποιήσαμε την Πέμπτη 6 Απριλίου 2023 μαζί με το MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης στον χώρο του, στο πλαίσιο της σειράς εκδηλώσεων λόγου «Διασταυρώσεις». Κάτω από τον ειδικότερο τίτλο «Φωτογραφία και περιβάλλον», τρεις εκλεκτοί ομιλητές αναφέρθηκαν με οπτικά παραδείγματα στο φυσικό, το αγροτικό αλλά και το αστικό τοπίο, καταδεικνύοντας ότι το τοπίο είναι κάτι που μεταβάλλεται συνεχώς και ότι οποιαδήποτε ανθρώπινη δραστηριότητα (ή η απουσία της) έχει άμεσες επιπτώσεις στο πώς αυτό διαμορφώνεται αλλά και στο πώς εμείς το αντιλαμβανόμαστε.

MedINA1 Limnos

Αφορμή για την εκδήλωση στάθηκε η έκθεση φωτογραφίας «Ο κόσμος ως ανοιχτό στούντιο» του Ελληνοκαναδού καλλιτέχνη Χρήστου Δικαιάκου, η οποία παρουσιάζεται ήδη στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. Ο Δικαιάκος φωτογραφίζοντας την περιοχή του Βανκούβερ πραγματεύεται μεταξύ άλλων θέματα όπως το αστικό τοπίο και οι διαστρωματώσεις του, η αλληλεπίδρασή του με το φυσικό περιβάλλον, η διαχείριση των καλλιεργειών και του αγροτικού τοπίου, η σχέση των αυτόχθονων κατοίκων με τη φύση. Η εκδήλωση αυτή ήταν μια προσπάθεια να εξεταστεί πώς η παραπάνω προβληματική μπορεί να ανιχνευθεί στην ελληνική πραγματικότητα και συγκεκριμένα στο ελληνικό τοπίο.

Διασταυρώσεις5 Πάνελ
 
Διασταυρώσεις6 Κοινό

Τα τοπία είναι νοητικές και συναισθηματικές κατασκευές

Το τοπίο δεν είναι ποτέ ένα – είναι όσα και τα βλέμματα που το κοιτούν, γιατί ο παρατηρητής είναι κομβικός παράγοντας για την αντίληψη του τοπίου, τόνισε ο Θύμιος Δημόπουλος, ειδικός τοπίου & GIS από το Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο (MedINA), ο οποίος μίλησε με θέμα «Στα ίχνη της ιστορίας του αγροτικού τοπίου: Μεταβολές χρήσεων και αντιλήψεων». Όπως είπε, τα τοπία είναι νοητικές και συναισθηματικές κατασκευές και οι αλλαγές που συμβαίνουν μέσα τους σημαίνουν αλλαγές και στις αντιλήψεις μας για αυτά. Για την κατανόηση των παραπάνω χρησιμοποίησε τέσσερα παραδείγματα από όλο τον ελληνικό χώρο:

Δυτική Μεσσηνία. Πρόκειται για μια περιοχή γεμάτη ελαιόδεντρα, που σε συνδυασμό με τις αρχαιολογικές τοποθεσίες δίνει την αίσθηση ενός πανάρχαιου και αιώνιου τοπίου. Οι ντόπιοι όμως έχουν έντονη την ανάμνηση ενός άλλου προϊόντος, της κορινθιακής σταφίδας, που η καλλιέργειά της κυριάρχησε όλο τον 19ο αιώνα και είχε μεταμορφώσει το τοπίο τόσο στην ύπαιθρο (μικρά αμπέλια με περιμετρικά φυτεμένες ελιές, «σταφιδόσπιτα», αλώνια κλπ.) όσο και στις πόλεις (δρόμοι, λιμάνια, αρχοντικά). Τελικά η σταφιδική κρίση στα τέλη του 19ου-αρχές του 20ού αιώνα έστρεψε τους αγρότες στη μονοκαλλιέργεια της ελιάς και τώρα από τη σταφίδα απομένουν μόνο κάποια μικρά ίχνη (π.χ. τα παλιά ελαιόδεντρα). Ποιο είναι λοιπόν το αγροτικό τοπίο της Δυτικής Μεσσηνίας και ποιες οι αντιλήψεις που το ορίζουν; Οι τουρίστες το θεωρούν αιώνιο, ενώ οι ντόπιοι που έχουν την ανάμνηση της καλλιέργειας της σταφίδας ξέρουν ότι το τοπίο έχει αλλάξει και ότι αλλάζει συνεχώς.

Ένα από τα λίγα αμπελοχώραφα που έχουν απομείνει στη Δυτική Μεσσηνία (φωτ. 1). Συνύπαρξη παλιότερων με νεότερα ελαιόδεντρα (φωτ. 2).
Μεσσηνία1
 
Μεσσηνία2

Λήμνος. Ένα νησί που έχει διατηρήσει το αγροτικό τοπίο του, το οποίο χαρακτηρίζεται από την καλλιέργεια σιτηρών, ψυχανθών, αμπελιών και από την κτηνοτροφία (πρόβατα). Η ανάπτυξη της βαμβακοκαλλιέργειας κράτησε τα εργατικά χέρια στο νησί, αλλά μια ασθένεια στα φυτά τη δεκαετία του ’50 ώθησε πολλούς κατοίκους να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία. Στη Λήμνο υπήρχε μια ιδιότυπη σχέση μεταξύ του ιδιοκτήτη της γης και του κεχαγιά, ο οποίος την καλλιεργούσε και ζούσε στη λεγόμενη «μάντρα». Η σχέση αυτή άλλαξε με τον καιρό και έγινε έμμισθη, πολλοί εργάτες –που τη δεκαετία του ’70 γύριζαν από την ξενιτιά– έγιναν ιδιοκτήτες, κι έτσι οι μάντρες ερήμωσαν. Ενώ το τοπίο λοιπόν μένει σε μεγάλο βαθμό το ίδιο, το ζωντανό στοιχείο του έχει χαθεί και στα μάτια των ντόπιων είναι ένα τοπίο εγκαταλελειμμένο.

Η "μάντρα" ήταν στη Λήμνο ο μόνιμος τόπος κατοικίας του καλλιεργητή της γης (φωτ.1). Καλλιέργεια σιτηρών γύρω από μια μάντρα (φωτ.2).
Λήμνος2
 
Λήμνος1

Βοβούσα Πίνδου. Παλιότερα ήταν μια περιοχή μετακινούμενης κτηνοτροφίας, πρακτική η οποία είχε διαμορφώσει το τοπίο, το οποίο –όπως διαπιστώνουμε από παλιές φωτογραφίες– είχε γυμνά υψώματα, λίγα δέντρα και εκτεταμένους βοσκότοπους. Με τη συρρίκνωση του πληθυσμού και την εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας η φύση ανακατέλαβε το τοπίο και το άλλαξε ριζικά, κάνοντάς το δάσος. Η φυσική αυτή αναδάσωση θεωρείται από την αστική αντίληψη αναβάθμιση του τοπίου (και οι τουρίστες σπεύδουν να απολαύσουν το «φυσικό» αυτό τοπίο), από τους ντόπιους όμως θεωρείται υποβάθμιση και κατάρρευση του περιβάλλοντος χώρου.

Όταν η νομαδική κτηνοτροφία βρισκόταν σε ακμή, τα υψώματα γύρω από τη Βοβούσα ήταν γυμνά από βλάστηση (φωτ. 1). Η εγκατάλειψη της υπαίθρου και η απουσία κοπαδιών αφήνει χώρο στη φύση να ανακαταλάβει το τοπίο (φωτ. 2).
Βοβούσα2
 
Βοβούσα1

Πρέσπα. Και εδώ παρατηρείται η ίδια διάσταση απόψεων, με την προσθήκη ότι στην αστική αντίληψη έπαιξε ρόλο και ο λόγος των επιστημόνων (οικολόγων και περιβαλλοντολόγων). Από την εμπειρία του ντόπιου καλλιεργητή έχουμε περάσει στην αστική εμπειρία της απόλαυσης του τοπίου, όπου μάλιστα η περιβαλλοντική συνδυάζεται με την αισθητική αξία. Μια άλλη διάσταση στο τοπίο προέρχεται από το γεγονός ότι ο τόπος βρίσκεται στην παραμεθόριο και ήταν στρατιωτικοποιημένη περιοχή, δίνοντας μια αίσθηση εσχατιάς και κατακερματισμού. Ενδεικτικό είναι ότι ενώ ο κάμπος στη μεριά της Ελλάδας χαρακτηρίζεται από τη μονοκαλλιέργεια του φασολιού, ο ίδιος κάμπος στη Βόρεια Μακεδονία χρησιμοποιείται για την καλλιέργεια μήλων. Παλιότερα όλη η περιοχή και στα τρία κράτη (Ελλάδα, Βόρεια Μακεδονία, Αλβανία) ήταν ένας ενιαίος χώρος που περιελάμβανε πόλεις όπως η Φλώρινα, το Μοναστήρι και η Κορυτσά. Τώρα η διασυνοριακή συνεργασία έρχεται να αλλάξει και πάλι την αντίληψη της περιοχής και να την καταστήσει κοινό χώρο, κοινό πόρο αλλά ενδεχομένως και κοινό τοπίο.

Η εισαγωγή του αρδευτικού συστήματος έδωσε ώθηση στην καλλιέργεια του φασολιού (φωτ. 1). Ο άλλοτε ενιαίος χώρος της Πρέσπας κατακερματίστηκε για πολλές δεκαετίες από τα κρατικά σύνορα (φωτ. 2).
Πρέσπα1
 
Πρέσπα2

Θεσσαλονίκη, ένα ευμετάβλητο τοπίο με συνεχείς αλλαγές

Ο διπλωματούχος ξεναγός και ακτιβιστής Ιωάννης Κιουρτσόγλου τιτλοφόρησε τη δική του ομιλία «ΘΕΣSaLОНИКi: Αλλαγές, αλλοιώσεις, μεταβάσεις και καταστροφές με πολιτισμικό και περιβαλλοντικό αποτύπωμα», όπου βεβαίως ο τρόπος γραφής της πόλης δηλώνει τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα της αλλά και την ποικιλία του αστικού τοπίου που κάτι τέτοιο συνεπαγόταν. Από τη μακραίωνη ιστορία της Θεσσαλονίκης επέλεξε να αναφερθεί σε σημαντικά σημεία της στον χώρο και στον χρόνο, οδηγώντας μας να αντιληφθούμε ότι το αστικό τοπίο είναι απολύτως ευαίσθητο, ιδιαιτέρως ευμετάβλητο και υπόκειται σε συνεχείς μεταλλάξεις.

Πόλη χτισμένη πάνω σε νερά. Χείμαρροι και ρέματα διέτρεχαν τη χτισμένη δίπλα και πάνω σε λόφους Θεσσαλονίκη, τόσο εντός όσο και εκτός τειχών. Τα ρέματα αυτά δεν υπάρχουν πια, έχουν μπαζωθεί σε πρόσφατες ή παλιότερες εποχές, αλλά είναι εύκολο να φανταστούμε πού βρίσκονταν. Σημαντικό στοιχείο της πόλης είναι και η θάλασσα, με τη σημαντικότερη αλλαγή στο αστικό τοπίο να σημειώνεται όταν γκρεμίστηκαν τα θαλάσσια τείχη της. Παράλληλα, γύρω από την πόλη υπάρχουν λίμνες αλλά και ποτάμια, που με τα φερτά υλικά τους έχουν αλλάξει ριζικά όλη την περιοχή στην πορεία των αιώνων.

Χάρτης των ρεμάτων στο κέντρο της πόλης (φωτ. 1). Αναπαράσταση του Ιππόδρομου της Θεσσαλονίκης (φωτ. 2).
Thessaloniki1 Nera final
 
Thessaloniki4 Ippodromos final

Φόβος για το φθαρτό. Σε μια πόλη όπου συχνά σημειώνονταν πυρκαγιές και σεισμοί, δεν είναι περίεργο που δόθηκε κατά καιρούς ιδιαίτερη έμφαση σε φυλαχτά ως ένα μέτρο αποτροπής του κινδύνου. Στις ανασκαφές για το μετρό της Θεσσαλονίκης βρέθηκαν από την ίδια εποχή περίαπτα με παγανιστικά αποτροπαϊκά σύμβολα αλλά και χριστιανικοί σταυροί – κάτι που σηματοδοτεί και μια αλλαγή στον αστικό ιστό, μια μετακίνηση της κοινωνικής συνάθροισης από το ρωμαϊκό forum στις εκκλησίες.

Επαλληλίες στρωμάτων – καταχώσεις: το πέρασμα στη λήθη. Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα της Θεσσαλονίκης σε πολλές περιπτώσεις καταστράφηκαν ή καταχώθηκαν, με αποτέλεσμα πολλές φορές να έχουν λησμονηθεί. Ίσως η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι ότι στο υπόγειο του συνεδριακού κέντρου «Ι. Βελλίδης» θεωρήθηκε σωστό να θαφτούν τα αρχαιότερα στοιχεία κατοίκησης της Θεσσαλονίκης που έχουν βρεθεί ποτέ – γι’ αυτό άλλωστε και το κτίριο ψήλωσε τόσο πολύ, πράγμα που με τη σειρά του κρύβει τη θέα προς την Άνω Πόλη και τους λόφους και μεταβάλλει το τοπίο.

Δύο δραματικές στιγμές εθνικών εκκαθαρίσεων. Η μία είναι η σφαγή στον Ιππόδρομο το 390 μ.Χ. με θύματα τουλάχιστον 7.000 εθνικούς (ειδωλολάτρες). Το γεγονός άλλαξε το τοπίο, καθώς ο Ιππόδρομος εγκαταλείφθηκε και λιθολογήθηκε, το υλικό του δηλαδή χρησιμοποιήθηκε για να οικοδομηθούν άλλα κτίσματα, και συγκεκριμένα τα τείχη, τα οποία περιέκλεισαν την πόλη. Η άλλη μεγάλη εθνική εκκαθάριση ήταν στα πρόσφατα χρόνια ο εκτοπισμός και η εξόντωση των Εβραίων, τους οποίους η πόλη δεν μπόρεσε να υπερασπιστεί ούτε ως ζωές ούτε ως μνήμη και πολιτισμό. Κανείς δεν μπορεί να πει σήμερα πώς θα ήταν και πώς θα φαινόταν η Θεσσαλονίκη αν οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν χαθεί.

Πυρκαγιά 1917. Η καταστροφή ήρθε όταν η πόλη ήταν επίκεντρο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, λίγα χρόνια μετά την ενσωμάτωσή της στην Ελλάδα και με μια πολύ μεγάλη ποικιλία στην πληθυσμιακή της σύνθεση. Μετά την πυρκαγιά η Θεσσαλονίκη αποχαιρετά την παλιά της φυσιογνωμία για να πάρει ένα πιο ευρωπαϊκό προφίλ μέσα από τον σχεδιασμό του Εμπράρ και την αρχιτεκτονική του μεσοπολέμου. Την ίδια περίπου εποχή προχωρά προς την ομογενοποίηση του πληθυσμού χάνοντας το τουρκικό στοιχείο και υποδεχόμενη σε νέες συνοικίες τους πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, που για να εγγραφούν στο σώμα της πόλης αποκτούν παρά τις διαφοροποιήσεις τους μια κοινή ταυτότητα.

Μετά την πυρκαγιά του 1917 η Θεσσαλονίκη αποχαιρετά την παλιά της φυσιογνωμία (φωτ. 1). Το αρχαίο σταυροδρόμι που ανασκάφηκε στον σταθμό "Βενιζέλου" του μετρό (φωτ. 2).
Thessaloniki3 Pyrkagia final
 
Thessaloniki4 Venizelou final

Δυτική Θεσσαλονίκη. Το «φίνο ακρογιάλι» (Μπεχτσινάρ) από το τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη μετατράπηκε μεταπολεμικά σε επιβαρυμένη βιομηχανική ζώνη με βυρσοδεψεία και εργοστάσια. Η μουσική περιγράφει ένα τοπίο που δεν υπάρχει πια και μόνο σημάδι του είναι η πυκνή βλάστηση στην περιοχή μετά το ΚΤΕΛ.

Από το αυθεντικό στο σκηνικό. Ο λόγος εδώ για την προβληματική διαχείριση ενός αυθεντικού μνημειακού τοπίου στα πλαίσια της κατασκευής του μετρό, με πολυεπίπεδες συνέπειες. Το αυθεντικό κεντρικό σταυροδρόμι της πόλης, όπου συναντιούνταν οι δύο βασικοί οδικοί άξονες, ο decumanus maximus και ο cardo, μια περιοχή 1500 τ.μ. με συνεχή ίχνη τουλάχιστον πέντε αιώνων, αποσπάστηκε από τον τόπο όπου δημιουργήθηκε και θα επανατοποθετηθεί –προφανώς όχι πλήρες– ως άλλο ένα έκθεμα, αλλάζοντας ίσως και την αντίληψή μας για το τι σημαίνει αρχαιολογικό τοπίο.

Θαλάσσιο μέτωπο. Ένα αξιοζήλευτο δεδομένο που όμως παραμένει ζητούμενο χωρίς διεκδίκηση. Η Θεσσαλονίκη είναι ίσως η μόνη πόλη της Μεσογείου που «μισεί» τόσο πολύ το νερό και δεν το χαίρεται, ενώ υπάρχουν πάμπολλα αντίθετα παραδείγματα, από τη Βαρκελόνη ως το Τελ Αβίβ.

Σέιχ Σου. Το περιαστικό δάσος της πόλης που παραμένει άγνωστο. Το ανακαλύψαμε με την πανδημία, για να το ξεχάσουμε και πάλι αμέσως μετά. Το δάσος παραμένει απαξιωμένο όχι μόνο από τους πολίτες αλλά και από τις αρχές. Δεν βρίσκεται σε κανέναν τουριστικό οδηγό, ενώ και η δημόσια συγκοινωνία για να πάει κανείς ως εκεί είναι αραιή και προβληματική.

Ο Ιωάννης Κιουρτσόγλου έκλεισε την ομιλία του με έναν αισιόδοξο τόνο μιλώντας για την προσπάθεια μικρών ομάδων να διατηρήσουν τη συλλογική μνήμη μέσω της προστασίας και ανάδειξης των τελευταίων ιστορικών φυσικών μνημείων, δηλαδή ρεμάτων με ιδιαίτερη χλωρίδα και πανίδα, ενώ αναφέρθηκε στην προβλήτα του λιμανιού της Θεσσαλονίκης ως ένα από τα πιο όμορφα παραδείγματα μετάχρησης, δίχως να γκρεμιστούν κτίρια ή να χτιστούν άλλα.

Με σεβασμό για τα δομικά στοιχεία του κόσμου μας

Ο φωτογράφος Δημήτρης Τοσίδης παρουσίασε στην εκδήλωση τη σειρά φωτογραφιών «Διάβα, νομαδικός ποιμαντισμός στην ορεινή Βόρεια Ελλάδα», για την οποία απέσπασε το βραβείο Athens Photo World 2021. Όπως εξήγησε, αφορμή για αυτή τη δουλειά ήταν η ένταξη της μετακινούμενης κτηνοτροφίας στον κατάλογο άυλης κληρονομιάς της UNESCO, που τον έκανε να θελήσει να ψάξει το θέμα. Πρόκειται για μια πρακτική που εντοπίζεται σε όλη την Ελλάδα, ακόμη και στα νησιά, λόγω της ορεινότητας της χώρας. Ωστόσο τώρα πια η μετακίνηση των κοπαδιών γίνεται με οχήματα, οπότε ο ίδιος έψαξε να βρει τους λίγους κτηνοτρόφους που ακόμα κάνουν το λεγόμενο «διάβα» με τα πόδια.

Από τη σειρά φωτογραφιών του Δημήτρη Τοσίδη «Διάβα, νομαδικός ποιμαντισμός στην ορεινή Βόρεια Ελλάδα»
Δημήτρης Τοσίδης Διάβα4
 
Δημήτρης Τοσίδης Διάβα1
Δημήτρης Τοσίδης Διάβα2
 
Δημήτρης Τοσίδης Διάβα3

Ο φωτογράφος ήθελε να προσεγγίσει αυτό τον κόσμο βιωματικά και γι’ αυτό προσπάθησε να γίνει μέρος του. Απέκτησε φιλικές σχέσεις με τους ανθρώπους αυτούς, παρατήρησε τη ζωή τους και ξεκίνησε να φωτογραφίζει αφού πρώτα τον εμπιστεύτηκαν και τον αποδέχτηκαν, διότι και για αυτούς όλη η διαδικασία ήταν κάτι πρωτόγνωρο. «Ήθελα να είμαι αυτό που λέμε fly on the wall, μια μύγα στον τοίχο που βρίσκεται εκεί αλλά δεν τη βλέπει κανείς», είπε χαρακτηριστικά. Κάθε φωτογραφία, κάθε πρόσωπο, είναι και μια ιστορία – ή και περισσότερες. Εντυπωσιάστηκε από το γεγονός ότι σ’ αυτό τον κόσμο συχνά ξεθωριάζει η έννοια της εθνικής συνείδησης και οι άνθρωποι –Έλληνες, Αλβανοί, Ρουμάνοι– φαίνεται να μιλούν την ίδια «γλώσσα». Τα Βαλκάνια ως ιδέα, ως έννοια, ξετυλίγονται μπροστά σου με τον πιο απλό τρόπο, είπε.

Η πρωτογενής παραγωγή, όπως ανέφερε, διαθέτει μια απλότητα που τον ελκύει φωτογραφικά, και γι’ αυτό προσέγγισε το θέμα με πολύ σεβασμό για τα δομικά στοιχεία του κόσμου μας, όπως το ξύλο, τη γη, το νερό. Μέσα από την καταγραφή αυτής της δραστηριότητας ο Δημήτρης Τοσίδης καταγράφει και το φυσικό τοπίο – ένα τοπίο που κι αυτό έχει αλλάξει, καθώς όπως διαπίστωσε και ο ίδιος, μετά την εγκατάλειψη της υπαίθρου τις τελευταίες δεκαετίες η βλάστηση έχει πυκνώσει και η άγρια ζωή –π.χ. λύκοι και αρκούδες– έχει επανέλθει. Τέλος, άλλο ένα πολύ ενδεικτικό στοιχείο είναι ότι οι ίδιοι οι κτηνοτρόφοι έχουν καταλάβει εμπειρικά τι σημαίνει κλιματική αλλαγή, καθώς παλιότερα έφευγαν από το βουνό στις 15 Σεπτεμβρίου και τώρα στα τέλη Οκτωβρίου – μια διαρκής υπενθύμιση για το πόσο ευαίσθητα είναι τα οικοσυστήματα αλλά εντέλει και ο ίδιος ο πλανήτης.

MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, Πέμπτη 6 Απριλίου 2023

Διασταυρώσεις: Φωτογραφία και περιβάλλον

 

Ομιλητές:

  • Θύμιος Δημόπουλος, Ειδικός Τοπίου & GIS, Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο (MedIΝΑ): «Στα ίχνη της ιστορίας του αγροτικού τοπίου: Μεταβολές χρήσεων και αντιλήψεων»
  • Ιωάννης Κιουρτσόγλου, Διπλωματούχος ξεναγός - Ακτιβιστής: «ΘΕΣSaLОНИКi: Αλλαγές, αλλοιώσεις, μεταβάσεις και καταστροφές με πολιτισμικό και περιβαλλοντικό αποτύπωμα»
  • Δημήτρης Τοσίδης, Φωτογράφος, Νικητής βραβείου Athens Photo World 2021 για τη σειρά φωτογραφιών «Διάβα, νομαδικός ποιμαντισμός στην ορεινή Βόρεια Ελλάδα»

Συντονισμός: Ηρώ Κατσαρίδου, Διευθύντρια MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης 

 

Διοργάνωση: MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ - Γραφείο Θεσσαλονίκης

Στο πλαίσιο της 8ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης με θέμα «Γεωκουλτούρα»

 

Ηρώ Κατσαρίδου                                                             Θύμιος Δημόπουλος
Διασταυρώσεις1 Ηρώ Κατσαρίδου
 
Διασταυρώσεις2 Θύμιος Δημόπουλος

 

Ιωάννης Κιουρτσόγλου                                                       Δημήτρης Τοσίδης
Διασταυρώσεις3 Ιωάννης Κιουρτσόγλου
 
Διασταυρώσεις4 Δημήτρης Τοσίδης